Η οικονομία στον αστερισμό της υγειονομικής κρίσης του Covid-19

γράφει ο Ιωάννης Ανδρεάδης, BA, MSc, ΜΒΑ, Σύμβουλος επιχειρήσεων, Συγγραφέας

Και ξαφνικά έρχεται μια υγειονομική κρίση για να δημιουργήσει ένα πλήθος ερωτημάτων, όπως: Θα πρέπει να ανησυχούμε για την οικονομία όταν διακυβεύονται ζωές; Μήπως χρειάζεται επιτέλους να “διδαχθούν” τα στυγνά και απρόσωπα οικονομικά και από άλλους κλάδους της οικονομίας; Τελικώς μπορούμε να κατανοήσουμε σωστά τις οικονομικές διαδικασίες μόνο με όρους των οικονομικών παραγόντων που κάνουν οριακές προσαρμογές ως απάντηση στα σήματα τιμών της αγοράς;

Μετά το καθολικό κλείσιμο της οικονομίας στο πρόσφατο παρελθόν εξαιτίας του ιού covid-19 άλλαξε ο τρόπος παρατήρησης των πραγμάτων και αναθεωρήθηκαν οι προοπτικές της οικονομίας. Είναι σαφές ότι η υγεία του πληθυσμού είναι υψίστης σημασίας και η σωτηρία ζωών πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα σε ένα ευνομούμενο κράτος δικαίου. Η ανάγκη προετοιμασίας για ενδεχόμενες πανδημίες ήταν γνωστή εδώ και χρόνια στους έχοντας την γνώση και κατέχοντες τις υψηλόβαθμες θέσεις ευθύνης των κρατικών θεσμών. Ήταν εν μέρει μια οικονομική απόφαση που έπρεπε να παρθεί για το πόσα θα έπρεπε να επενδύσουν στις απαραίτητες προετοιμασίες αντιμετώπισης μιας υγειονομικής κρίσης τα κράτη με γνώμονα την πρόληψη, γιατί όπως έλεγε και ο Ιπποκράτης «Κάλλιον το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν». Κοντολογίς αν είχαν επενδυθεί περισσότερα, θα είχαν χαθεί λιγότερες ζωές από την πανδημία ενώ την ίδια στιγμή θα είχε αποφευχθεί και μια τόση μεγάλη ύφεση στην οικονομία με τα προβλήματα που επιφέρει αυτή σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο (μέσω του κλεισίματος των επιχειρήσεων, της αύξησης των απολύσεων, της επιδείνωσης της ψυχικής υγείας, και ούτω καθεξής) που ως αποτέλεσμα έχει να διευρύνει ακόμα περισσότερο τις υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες.

Με τις εξελίξεις να είναι ραγδαίες σε καθημερινή βάση, το πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία αναμένεται να είναι τεράστιο, με τα Ηνωμένα Εθνη να κάνουν λόγο για απώλειες ύψους 3 τρισ. δολαρίων ή και παραπάνω, καθώς τα αποτελέσματα αναθεωρούνται συνεχώς. Οι άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, είναι ότι θα προσθέσει μέσα στο 2020 πάνω από 160 εκατομμύρια πολίτες σε κατάσταση ακραίας φτώχειας στους ήδη υπάρχοντες συνανθρώπους μας. Μεγάλοι ηττημένοι είναι ήδη κλάδοι όπως ο τουρισμος, οι αερομεταφορές, η εστίαση αλλά και το εμπόριο. Η αβεβαιότητα που επικρατεί πυροδοτεί αλυσιδωτές αντιδράσεις και έχει ήδη τεράστια επίδραση στο σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας στην Ελλάδα.

Ο ιός δοκιμάζει με τον σκληρότερο τρόπο τις επιχειρήσεις ενώ αυτές καλούνται έμμεσα από τους καταναλωτές και την κοινωνία να επιδείξουν πόσο υπεύθυνες και βιώσιμες είναι

Ετσι βρισκόμαστε μπροστά σε μια συγκυρία κατά την οποία οι επιχειρήσεις καλούνται να αντεπεξέλθουν στην υγειονομική και οικονομική κρίση που μάλλον θα κρατήσει καιρό, ενώ παράλληλα καλούνται να αποδείξουν και την υπευθυνότητά τους απέναντι στους εργαζομένους τους, στην κοινωνία και στην ασφάλεια των υπηρεσιών ή/και προϊόντων που προσφέρουν. Ο ιός δοκιμάζει με τον σκληρότερο τρόπο τις επιχειρήσεις ενώ αυτές καλούνται έμμεσα από τους καταναλωτές και την κοινωνία να επιδείξουν πόσο υπεύθυνες και βιώσιμες είναι. Αυτή η κρίση, δε, μπορεί να αποδειχθεί ίσως για πολλές από αυτές το «πιο αυστηρό τεστ» για την επιβίωσή τους, ενώ για κάποιες άλλες αντίστοιχα και το πιο «αυστηρό τεστ» για να δείξουν έμπρακτα την υπευθυνότητά τους.

Με γνώμονα τα παραπάνω οφείλουμε όλοι να επανεξετάσουμε το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Είναι σαφές ότι πλέον δε μιλάμε μόνο για ψηφιακό μετασχηματισμό – μιλάμε και για μετασχηματισμό του ανθρώπινου δυναμικού και, κυρίως, των παραδοσιακών τρόπων εργασίας.

Το μεγάλο μέρος της κρίσης είναι ακόμη μπροστά μας. Συνεπώς, είναι πολύ νωρίς για να κάνει κανείς προβλέψεις για το το τι μέλλει γενέσθαι στους τομεις της υγείας και της οικονομίας. Η πανδημία χτύπησε τις ελληνικές επιχειρήσεις μετά από μια δεκαετή κρίση και στη φάση που προσπαθούσαν να ανασυνταχθούν για να μπορέσουν να λειτουργήσουν ως ατμομηχανή για την επανεκκίνηση της οικονομίας.

Από την άλλη πλευρά οι πολιτικοί έρχονται να υπερασπιστούν με μία στείρα πολιτική στρατηγική και με πεπαλαιωμένα οικονομικά εργαλεία και επιχειρήματα την αδράνεια και την ολιγωρία που επέδειξαν στον τομέα της υγείας και όχι μόνο, επικαλούμενοι ακόμα μία φορά τη μείωση του δημόσιου χρέους μέσω της αυστηρής λιτότητας που επέβαλαν λόγω της οικονομικής κρίσης που ξέσπασε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (Η.Π.Α) κατά την περίοδο 2007 -2008 (Κύριο χαρακτηριστικό της επιπολαιότητας και της ανευθυνότητας που επέδειξαν τα τραπεζικά ιδρύματα) και που έπληξε την παγκόσμια οικονομία με τις γνωστές σε όλους μας συνέπειες τις οποίες βιώνουμε ακόμα και σήμερα στην χώρα μας.
Μια πολιτική άκαρπη και ατέρμονη που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του πολίτη ενώ ταυτόχρονα ανεβάζει τον δείκτη κοινωνικής και οικονομικής ανασφάλειας σε υψηλά επίπεδα με τις γνωστές συνέπειες στην ψυχική υγεία των πολιτών.

Η υγειονομική κρίση που ξέσπασε το 2020, ήρθε ως επιστέγασμα των έντονων προβληματισμών μας των τελευταίων ετών για να μας υπενθυμίσει ακόμη μια φορά ότι χρειαζόμαστε ένα νέο τρόπο σκέψης για την οικονομία την ασφάλεια και την ανάπτυξη που να έχει ως πυρήνα την ευζωία του ανθρώπου και όχι την ευημερία των αριθμών όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.